Άψογη καθημερινότητα με τους ήχους της ζωής με πας και με δένεις στους πιο ποθητούς πασσάλους σε κοιτώ με μάτια ψαριού και χάνω τη μόνη σου δυνατότητα να γίνεσαι αόρατη.
Το πιο πέτρινο άγγιγμα σπάει τη φωνή κι αδυνατεί να δώσει ζωή το συναίσθημα στοιβαγμένο στη λήθη επηρμένο από χέρια δοτά κατεστραμμένο από στήθη κενά χρισμένο στο πιο άνοστο σήμερα με μία μόνο διέξοδο την έκρηξη.
Στο μεθυσμένο σου είδωλο απόλαυσα την επίμονη αντανάκλαση της ομορφιάς κι έσπασα το τζάμι για να σ'έχω ζωντανή όπως το αίμα σου κυλάει στο χέρι που πριν λίγο σε οδηγούσε μέσα απ' τα μάτια μου.
Μόνο στο χώμα αφήνεται το σώμα στο μέρος της φυγής σκισμένο από οράσεις αυταρέσκειας χαρίζεται στο τίποτα δίνεται στο σκοτάδι και οι ηλιαχτίδες ποτέ δεν τρυπώνουν τόσο βαθιά όσο τα σκουλήκια.
Μπροστά στο δώρο της άστατης ομορφιάς έπλασα το πιο μεγάλο όνειρο αφήνιασα με δοτούς λυγμούς χαράς οράματα μάζευα με χέρια γυμνά -παιδί που διψούσε για άνοιξη- και κάποτε στο μαύρο της μαυρίλας άπλωσα το φως των ματιών σου και στρώθηκε ο πιο φανταστός άθλος σου.
Ήταν όλα όμορφα όλα βαμμένα από εκλάμψεις όλα χρισμένα στο δάκρυ και τίποτα δε σου χάρισα πέρα απ' το πεπρωμένο σου εκείνο που ξέρει και ζει μόνο του όπως εγώ.