Monday, June 28, 2010

Επιθυμία

Τους ήχους των ματιών σου έψαχνα
μέσα στην έρημο της μάζας μου
εμπνέομαι απο αμυχές
χαρίζομαι σε βάραθρα
και απρόσιτα σε αγγίζω
κατέχοντας το μυστικό των σιωπών.
5.6.09

Wednesday, June 23, 2010

Αποτρόπαιο

Ερωτευμένη αμηχανία
βρέθηκε στις ράγες
κι εγώ ήμουν ήδη στο ταξίδι
-επιβάτης νυχτερινής ενόρασης-
καθισμένος πάνω σε προσωπεία θλίψης
αφήνοντας να φύγουν
τα λέπια της αγάπης σου
καθυστερώντας όσο μπορούσα την άφιξη
μα ο έρωτας δε θα περίμενε ποτέ τόσο
όσο η φυγή σου.
3.6.09

Friday, June 18, 2010

Πλαστικοί μύθοι*

Αφοπλίζω το δώρο που χάρισα στη μοίρα
ψήγματα αναμνήσεων σκεπάζω, υπόδουλοι θυγατρικής μου νιότης
στο μάτι της θύελλας δοκιμάζω μια ψευτιά χρωματισμένη
τις μελλούμενες φοβέρες στα σύννεφα εναποθέτω με τις μοίρες να πλέκουν τον καιρό
καθαρά η σιωπή μου δείχνει μια σύνεση ξεχασμένη, επίσημη μνήμη
που τα υφαντά της ξέχασε στη μέση και γυμνές θάλασσες σκοτώνουν θαύουν τ' άστρα
μέχρι να θυμηθούμε πως ομόρφυνε η μοναξιά όταν αγαπήσαμε ταγμένοι στο παράθυρο
η αντανάκλαση μάς λιώνει και η στάχτη στοιχειώνει παράλυτους καθρέφτες
μόνο σε φόντο πλασμένο στη στιγμή ζωντανεύει ο Θεός
κι οι πρωτόπλαστοι βάφουν τα σκηνικά και καίνε τα φτερά μας. Αποζημίωση το μήλο.


*=γραμμένο με τον Ηλία Σ.

Wednesday, June 16, 2010

Paul Eluard:

ΥΨΩΣΕ ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΤΗΣ ΕΝΑ ΑΝΑΚΤΟΡΟ
ΠΟΥ ΟΜΟΙΑΖΕ ΠΟΤΑΜΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΔΑΣΟΣ,
ΓΙΑΤΙ ΟΛΕΣ ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
ΕΙΧΑΝ ΚΑΤΑΔΥΘΕΙ ΣΤΑ ΚΑΤΟΠΤΡΑ.
ΚΑΙ Ο ΔΙΑΦΑΝΟΣ ΘΥΣΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΤΗΣ
ΚΕΙΤΟΤΑΝ ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΩΝ
ΧΡΥΣΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΜΑΡΑΓΔΩΝ ΩΣ ΣΚΑΡΑΒΑΙΟΣ

Μια λόχμη νεφών σε μια ηλιακή πλατεία
Ένα πλεούμενο φορτωμένο άχυρα επί χειμάρρου κρυστάλλων
Μια μικρή σκια που με ξεπερνά
Που βαραίνει στο ζυγό των πυγμαίων όσο
Και το μυαλό του χελιδονιού στον ενάντιο άνεμο
Όσο και η πηγή με τον τρυφερό οφθαλμό στην παλίρροια που ανεβαίνει

Μια ημέρα μακρύτερα ο ορίζων ανασταίνει
Και δείχνει την ημέρα που χαράζει στην ημέρα που δεν θα τελειώσει πια
Η στέγη βυθίζεται αφήνει το τοπίο να εισχωρήσει
Ράκη τοίχων ομοίων με χορούς αχρηστευμένους
Το σκυθρωπό τέλος μιας έως θανάτου μονομαχίας όπου γεννώνται τα καταφύγια των νεκρών
Η εν τάφω απόθεσις όπως σκοτώνεις ένα σκουλήκι

Ξέφρενος γέλως μια πυξίς ζωγράφου που συντίθεται
Το χρώμα φλέγει τα διαστήματα
Τρέχει από θάμβη σε εκτυφλώσεις

Δείχνει στους παγετώνες του κυανού τους στίβους του αίματος
Ο άνεμος φωνάζει τυμπανοκρούει στα αυτιά του
Ο εκρυγνυόμενος ουρανός ασπαίρει μέσα στο πράσινο ιπποδρόμιο
Μέσα σε μίαν εύηχη λίμνη εντόμων
Το γυαλοπότηρο της κοιλάδας είναι γεμάτο πυρ διαυγές και απαλό
Σαν χνούδι
Αναζητήσατε τη γη
Αναζητήσατε τις οδούς και τα φρέατα τις μακρές υπόγειες φλέβες
Τα οστά αυτών που δεν είναι όμοιοί μου
Και που κανείς δεν αγαπάει πια
Δεν μπορώ να μαντεύσω τις ρίζες
Το φως με υποστηρίζει

Αναζητήσατε τη νύχτα

Είναι καλός ο καιρός σαν μέσα στο κρεβάτι
Φλογερή η πλέον ωραία των λατρεμένων κορών
Γονυπετεί εμπρός στα αποκοιμισμένα αγάλματα του εραστού της
Δεν σκέπτεται ότι και αυτή καθεύδει
Η ζωή παίζει την σκιά την γη ολόκληρη
Ο καιρός είναι όλο και πιο καλός νύχτα και μέρα
Η πλέον ωραία των ερωμένων
Προσφέρει τα απλωμένα χέρια της
Με αυτά τα χέρια έρχεται η ίδια από μακριά
Από την άκρη του κόσμου των ονείρων της
Μέσα από κλίμακες ανατριχίλας και καλπάζουσας σελήνης
Διασχίζοντας τις ασφυξίες της ζούγκλας
Τις ακίνητες καταιγίδες
Τα σύνορα του κωνείου
Τις πικρές νύχτες
Τα ωχρά και έρημα ύδατα
Διασχίζοντας τις νοερές σκωρίες
Τα τείχη της αγρύπνιας
Ριγώσα μικρή κόρη με κροτάφους ερωτευμένης
Όπου τα δάχτυλα των ασπασμών στηρίζονται στην άνω καρδιά
Σε ένα στέλεχος τρυφερότητας
Σε μίαν άκατο πουλιών
Η πίστις αΐδιος
Γύρω από το κεφάλι της στριφογυρίζουν οι βέβαιες ώρες της αύριον
Πάνω στο μέτωπό της τα χάδια φέρνουν στο φως όλα τα μυστήρια
Από την κόμη της
Από τη βοστρυχίζουσα εσθήτα του ωραιοτέρου των ενυπνίων της
Οι αναμνήσεις θα πετάξουν
Προς το μελλούμενο αυτή η γυμνή γυναίκα
Μια μικρή σκιά που με ξεπερνά
Μια σκιά μαγεμένη.


Μετάφραση: Έλενα Πατρικίου
Περιοδικό “Η λέξη”, τχ. 94

Sunday, June 13, 2010

Mahmoud Darwich, απ'την "ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ"

Οι λέξεις που δεν προφέρω.
Γράφουν για μένα, κι ύστερα μ’ αφήνουν
να γυρεύω τ’ απομεινάρια του ύπνου μου.

δεν είναι τόπος,
δεν είναι σύνορο στον χάρτη.
Μια σύναξη είναι ουράνιας ιερότητας.


Αν δεν είσαι, καλέ μου, βροχή, γίνε δέντρο
καρπερό, χλοερό.


Στεκόμαστε εδώ. Καθόμαστε εδώ. Πάντα εδώ.

Αιωνίως εδώ, μ’ έναν και μόνον έναν σκοπό:

να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Κι εκτός

από αυτό διαφέρουμε στα πάντα.


Ένα μικρό κομμάτι απέραντο γαλάζιο

φτάνει για ν’ αλαφρύνει
το βάρος των καιρών μας


Ύστερα οι μέρες μας χωρίζουν.
Δύο τα μονοπάτια:

παίρνω εγώ το άγνωστο,
κι εκείνη πάει και ζαρώνει

στην κορυφή ενός μεγάλου βράχου.


κάθε φορά που ξεφεύγεις

από την απουσία,
παγιδεύεσαι στη μοναξιά των θεών.


Καθώς σε περιμένω, δεν μπορώ να σε περιμένω.

Περίμενα μια ολόκληρη αιωνιότητα.


Μισώ τη φυλακή.
Μα δεν μισώ εσένα».

Έτσι είπε ένας φυλακισμένος
στον ανακριτή. «Δεν έχω
συναισθήματα για σένα.

Καρδιοχτυπώ μονάχα για τη νύχτα,
τη νύχτα τη δική μου,
τη νύχτα την προσωπική μου:

από κρεβάτι σε κρεβάτι,
δίχως μέτρα και ομοιοκαταληξίες
και διπλά νοήματα!»


Στα ερείπιά μου οι σκιές πρασινίζουν

κι ο λύκος κοιμάται
στη χειμέρια νάρκη του ποιήματος,

κι ονειρεύεται, όπως εγώ
κι όπως ένας φύλακας άγγελος,

πως η ζωή είναι φυσική και… χύμα.


Το χρώμα της αλήθειας τους υπαγορεύει
το κείμενο: είναι όμορφη, λευκή,
ολόλευκη, δίχως το παραμικρό ψεγάδι…


Σε κατάσταση πολιορκίας,
Ο χώρος γίνεται ένας χρόνος
Ξεχασμένος από το παρελθόν
Και το μέλλον.


Ο μάρτυρας με διδάσκει:
«Δεν υπάρχει αισθητική
πέρα από την ελευθερία».


Ο μάρτυρας με πολιορκεί:
«Μην έρθεις στην κηδεία μου
αν δεν με γνώριζες.
Χάρες δεν θέλω
ούτε απ’ ανθρώπους
ούτε από κτήνη».


Καθώς ξεψυχούσε η αυγή,
σηκώθηκα να βγω από το σώμα μου.


Σηκώνω το ποτήρι μου και πίνω στην υγειά
του φαντάσματός μου.


[σ’ έναν αναγνώστη]
Μην εμπιστεύεσαι το ποίημα.

Είναι μια απουσία.

Το γράψιμο είναι ένα μικρούλι μυρμήγκι

που δαγκώνει τον αφανισμό.


Ραμάλα

Ιανουάριος 2002


(μετάφραση Γιώργος Μπλάνας)


Friday, June 11, 2010

Αδυναμία

Προκάλεσες ρωγμές στο δέρμα μου
χαλώντας το πιο ευγενικό μου πρόσωπο
αμήχανα σε ψάχνω
μέσα από πρόσωπα δοτά
και πως να εκλογικεύσω την εξουσία σου;
Στο ένστικο απανωτά
πέφτω για να βρίσκω
την απειροστή σου
αλήθεια.

31.5.09

Sunday, June 6, 2010

ΕΟΥΤΖΕΝΙΟ ΜΟΝΤΑΛΕ - ΑΡΧΑΙΑ ΕΣΥ...

Αρχαία εσύ, είμαι μεθυσμένος από τη φωνή
πού βγαίνει από τα στόματά σου όταν ανοίγονται
σαν πράσινες καμπάνες και ξαναρίχνονται
πίσω και τελειώνουν.
Το σπίτι των μακρινών καλοκαιριών μου,
ήταν κοντά σου, το ξέρεις,
εκεί στον τόπο που ψήνει ο ήλιος
και τα κουνούπια τον αέρα θολώνουν.
Όπως και τότε, σήμερα, στην παρουσία σου πετρώνω,
θάλασσα, αλλά άξιος πια
δεν νομίζω πως είμαι για τη σοβαρή προτροπή
της ανάσας σου. Εσύ πρώτη μου είπες πώς
η ταπεινή μαγιά
της καρδιάς μου δεν ήταν παρά μια στιγμή
της δικής σου, που μου ήταν στο βάθος
ο επικίνδυνος νόμος σου: να είμαι απέραντος και διάφορος
μαζί και σταθερός:
και ν' απαλλάσσομαι απ΄τους ρύπους
όπως εσύ που στ' ακροθάλασσα χτυπάς
μες σε φελούς και φύκια και αστερίες,
τ' ανώφελα ερείπια της αβύσσου σου.


μτφρ: Παν. Χρ. Χατζηγάκη, συλλογή: Σουπιοκόκαλα (εκδ Αστρολάβος/Ευθύνη).

Tuesday, June 1, 2010

Εφήμερα

Γυμνάσαμε τα μάτια μας να βλέπουν
ως εκεί που χάνεται το κύμα
και ξεχάσαμε πως ξέβρασε η αλήθεια
στα βότσαλα
με κάθε βλέμμα που αρνήθηκε να την εντοπίσει
αφήσαμε το σώμα να εκλογικευτεί
με τη λογική του κύματος,
ό, τι έρχεται χάνεται
μα ό, τι χάνεται δε βρίσκει.
30.5.09