Monday, October 25, 2010
έξι νέοι ποιητές
Λένα Καλλέργη:
Το φύλο μιας μέρας στο τρένο*
Όμορφος που ήσουν
Το πρόσωπό σου μισό ψάρι
Μισό φίδι
Μισό γύπας που μελαγχολεί
Τα μάτια σου ακοίμητες λίμνες
Τα χείλη σου διασταύρωση ορτανσίας και νέγρας
Τα λόγια σου έξω απ’ τα παράθυρα
Μάνταλα
Τα μαλλιά σου καπνός
Ας έπεσα έξω
Στην ώρα άφιξης του έρωτα
Στις καλές μέρες για απόγονους
Και στην τοποθεσία των σταθμών
Ξέρω ότι ήσουν
love story
Γιατί σου έγραψα ποιήματα
Κι αναμφίβολα
Η Τετάρτη είναι αγόρι
*απ' τη συλλογή ΚΗΠΟΙ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ, Μάιος 2010, εκδ. Γαβριηλίδη
Χάρις Κοντού:
Η μελωδία της τύχης*
Το δωμάτιο είν’ ακατάστατο
Γέμισες σπαραγμό τα σεντόνια
Η ανάσα σου πότιζε τα λευκά λουλουδάκια
στο νυχτικό της εφηβείας μου
Τα μακριά σου βήματα έφταναν μέχρι τα πόδια
Τα λεπτά σου δάχτυλα αγγίζουν το φθινόπωρο
- και πώς μπορώ κάθε φορά να είμαι τ’ αποτσίγαρο στις στάχτες σου
Έκοψα τρίχα τρίχα τον ναρκισσισμό μου
κι έπεσε στο πάτωμα
(μελαχρινή μου κατηφόρα)
Και μου μιλάει το πορτρέτο σου όταν έχει κρύο...
Όταν σ’ ακούω ακτινογραφώ τα κόκαλά μου
λα μινόρε και τρία τέταρτα
(ρυθμός ασθενικής καρδιάς)
Δεν είσαι συ που σέρνεις τη φυγή
αλλά εγώ που αναπνέω για λογαριασμό σου
Το γκρίζο του τοίχου ξεβάφει στα μάτια σου Μου έβαλαν ορό να γεμίσω με αυταπάτη
Το δωμάτιο είναι ένας θάλαμος
αεροστεγής
Αγαστός ο ορίζοντας της πλάνης μου
και η ανυπαρξία σου πιο λεία από ποτέ
αρχαίε επισκέπτη,
Μετρονόμε.
*ποίημα δημοσιευμένο στο προηγούμενο τέυχος του περιοδικού poema, νέα ποιήματά της βρίσκονται στο τελευταίο τεύχος του
Αφροδίτη Λυμπέρη:*
Rec-vie-M
Μοιάζω να'χω σώμα μέλισσας
με κίτρινο κάλυπτα τ'άσπρα μαλλιά
τα γδαρμένα γόνατα με μαύρο
Κυνηγούσα τις απολαύσεις με μανία.
Λάτρεψα την αναρρίχηση στους μίσχους
σιχάθηκα τ'ανυπόμονα μπουμπούκια.
Δε με συγκίνησε ποτέ το μέλι.
Άλλες γεννιούνται για μανάδες
κι άλλες για φτερωτές μοιχαλίδες.
Ρουφώντας το κεντρί της μοναξιάς
δηλητηρίαζα ερωτικά τα μάτια
που γλεντούσαν με αλκοολούχο μίσος.
Και τώρα εγώ νεκρικά μυστηριώδης
ανοίγω δειλά την μπαλκονόπορτα
και πορεύομαι ξανά μετέωρη
c'est la vie
αυτό να γραφτεί
στην τελευταία μου κηρήθρα.
Είπαν
πως κάποιος είχε πατήσει το rec στο μαγνητόφωνο
για να καταγράψει την μελωδία της Άνοιξης.
Μάταια.
Ένας μονόλογος κι ένα νανούρισμα
μόνο ακουγόταν
για άγρια παιδιά
κι ευαίσθητα θηρία.
Τραγούδι από πληγωμένες κεραίες
και βραχυκυκλωμένα φτερά
που σέρνονται
σε περαστικές ρόδες τυχαίων αμαξιών.
*άλλα ποιήματά της βρίσκονται στο τελεταίο poema στη στήλη αναγνώστες και περισσότερα στο ποιείν στην ανάρτηση 4 Ιουνίου 2010
Τάνια Σκραπαλιώρη:*
γενέθλια
Μετράω απόψε
εικοσιένα
ολόγιομα
θολά
φεγγάρια.
Κι είναι η νύχτα
πιο σκοτεινή απ’ όλες τις φορές
λες και το κάνει επίτηδες
για να ταιριάζουμε.
Κι ο ήλιος
θα μ’ ανταμώσει
στη στάση του λωτού
με μάτια γυάλινα
γεμάτα προσμονή
καρφωμένα στην κορυφογραμμή.
Για φαντάσου.
καλοκαίριασε
κι ούτε που το κατάλαβα.
*άλλα ποιήματά της βρίσκονται στα δύο τελευταία τεύχη του ποέμα
Θοδωρής Παπαϊωάννου:
IMPROMPTU*
Στο αρμονικό καρδιογράφημα ενός πενταγράμμου
Οι κύκνοι συνεχίζουν τις ανιαρές χορογραφίες
Τα κρύσταλλα της βιτρίνας ανταγωνίζονται το ναρκισσισμό των περαστικών
Ώσπου, τα χνώτα ενός ζητιάνου αποκαλύπτουν το χρησμό στο τζάμι
- Όταν η μουσική συμβαίνει, ο Θεός περισσεύει.Ένα πλήκτρο αρκεί-
Ξαφνικά, η ορχιδέα της σοφίτας ψέλνει μ’όλη της τη δύναμη λαϊκοτράγουδα
Η κρούστα της πολιτείας ραγίζει από τα χοροπηδητά των αγγέλων
Στο πάρκο, ένα κορίτσι γδύνεται προκαλώντας την ορμή του ευκάλυπτου
Μια νότα ήταν αρκετή
Για την ονείρωξη του αηδονιού
*Απ' την υπό έκδοση συλλογή του απ' τις εκδόσεις Γαβριηλίδης
Ηλίας Σεφερλής:
Τα κοράκια ποτέ δεν γένναγαν αυγά
Μονάχα άσπλαχνους γυμνούς θανάτους
Εκολάπτοντας αίμα σε σφαγεία να ποτίσουν τα μικρά
Τα κοράκια πάντα μαύρα ήταν
Με θυγατρικά ράμφη , μεταχειρισμένων στιγμών
Απο εφήβους με πρώωρα βρέφη στα σκέλια
Να θυμούνται τρείς θανάτους
Το ρολόι δείχνει τέσσερις μα η καμπάνα ακόμα κοιμάται.
Υγ: αυτή η ανάρτηση ως ένα μικρό ευχαριστώ που ήρθατε και οι έξι το Σάββατο.
Tuesday, October 19, 2010
Τριστάν Κορμπιέρ - Αγρύπνια
Αγρύπνια, ζώο αψηλάφητο!
Δεν νιώθεις απ' αγάπη,
Για νά 'ρθεις να λιγοθυμήσεις σαν θα δεις
Κάτω απ' το κακό σου μάτι, τον άνθρωπο να
δαγκώνει
Τα σεντόνια και μες στη πλήξη να
στριφογυρνά...
Κάτω απ' το κατάμαυρο διαμάντι του ματιού
σου.
Λέγε! Γιατί ενώ περνά κατάλευκη η νύχτα
Ίδια. Κυριακή που βρέχει
Έρχεσαι να μας γλείφεις σα σκυλί;
Ελπίδα ή Πόνος π' αγρυπνά
Στ' αφτί; που γι' άκουσμα τεντώνεται,
Σιγά να μιλά σιγά... και τίποτα να μη μας λέει;
Γιατί στο στεγνό μας λαιμό,
Να γέρνει πάντα η άδεια σου κούπα
Και την τραχηλιά μας προτεταμένη να αφήνεις;
Σε μας τους διψασμένους Τάνταλους για
χίμαιρα: -Φίλτρο ερωτικό η μούργα πικρή
Σταγόνα δροσιάς ή λιωμένο μολύβι.
Αγρύπνια, είσαι ωραία λοιπόν;...
Ε, γιατί ακόλαστη κόρη
Στα γόνατά σου να μας σφίγγεις;
Γιατί στο στόμα μας ν' αγκομαχάς:
Γιατί τον ύπνο μας χαλάς;
Κοιμήσου αν θες μαζί μας...
Γιατί, ωραία έκλυτη της νύχτας
Φοράς στο πρόσωπο τη μαύρη μάσκα;...
-Για να ταράζεις όνειρα χρυσά;...
Δεν είναι η αγάπη μες στο σύμπαν;
Αναπνοή της αποκαμωμένης Μεσσαλίνας
Μα όχι ακόμα χορτασμένης!
Αγρύπνια, είσαι η Υστερία...
Είσαι η λατέρνα
Που αλέθει τα Ωσαννά των Εκλεκτών Του;...
-Ή δεν είσαι το αιώνιο πλήκτρο
Πάνω στα νεύρα γραφιάδων κολασμένων
Που γρατζουνά τους στίχους τους -μον' από
κείνους διαβασμένους;
Αγρύπνια, είσαι το θλιμμένο γαϊδουράκι
Του Μπούρινταν η φάλαινα
Της κόλασης; -Το φιλί σου φωτιά
Μια γεύση αφήνει ψυχρή κόκκινου σίδερου...
Ω! έλα και μπες στην κάμαρή μου τη φτωχή...
Μαζί θα κοιμηθούμε δω για λίγο.
Μτφ: Γιώργος Κ. Καραβασίλης
απ' το βιβλίο: "Οι καταραμένοι ποιητές-Πολ Βερλέν, εκδ. Αιγόκερως"
Δεν νιώθεις απ' αγάπη,
Για νά 'ρθεις να λιγοθυμήσεις σαν θα δεις
Κάτω απ' το κακό σου μάτι, τον άνθρωπο να
δαγκώνει
Τα σεντόνια και μες στη πλήξη να
στριφογυρνά...
Κάτω απ' το κατάμαυρο διαμάντι του ματιού
σου.
Λέγε! Γιατί ενώ περνά κατάλευκη η νύχτα
Ίδια. Κυριακή που βρέχει
Έρχεσαι να μας γλείφεις σα σκυλί;
Ελπίδα ή Πόνος π' αγρυπνά
Στ' αφτί; που γι' άκουσμα τεντώνεται,
Σιγά να μιλά σιγά... και τίποτα να μη μας λέει;
Γιατί στο στεγνό μας λαιμό,
Να γέρνει πάντα η άδεια σου κούπα
Και την τραχηλιά μας προτεταμένη να αφήνεις;
Σε μας τους διψασμένους Τάνταλους για
χίμαιρα: -Φίλτρο ερωτικό η μούργα πικρή
Σταγόνα δροσιάς ή λιωμένο μολύβι.
Αγρύπνια, είσαι ωραία λοιπόν;...
Ε, γιατί ακόλαστη κόρη
Στα γόνατά σου να μας σφίγγεις;
Γιατί στο στόμα μας ν' αγκομαχάς:
Γιατί τον ύπνο μας χαλάς;
Κοιμήσου αν θες μαζί μας...
Γιατί, ωραία έκλυτη της νύχτας
Φοράς στο πρόσωπο τη μαύρη μάσκα;...
-Για να ταράζεις όνειρα χρυσά;...
Δεν είναι η αγάπη μες στο σύμπαν;
Αναπνοή της αποκαμωμένης Μεσσαλίνας
Μα όχι ακόμα χορτασμένης!
Αγρύπνια, είσαι η Υστερία...
Είσαι η λατέρνα
Που αλέθει τα Ωσαννά των Εκλεκτών Του;...
-Ή δεν είσαι το αιώνιο πλήκτρο
Πάνω στα νεύρα γραφιάδων κολασμένων
Που γρατζουνά τους στίχους τους -μον' από
κείνους διαβασμένους;
Αγρύπνια, είσαι το θλιμμένο γαϊδουράκι
Του Μπούρινταν η φάλαινα
Της κόλασης; -Το φιλί σου φωτιά
Μια γεύση αφήνει ψυχρή κόκκινου σίδερου...
Ω! έλα και μπες στην κάμαρή μου τη φτωχή...
Μαζί θα κοιμηθούμε δω για λίγο.
Μτφ: Γιώργος Κ. Καραβασίλης
απ' το βιβλίο: "Οι καταραμένοι ποιητές-Πολ Βερλέν, εκδ. Αιγόκερως"
Monday, October 11, 2010
Μεταπτώσεις
Χαράς ευαγγέλια,
η πόρτα της ψυχής άνοιξε
-φτερό στον άνεμο-
οι φυγές μας πλάστηκαν με μέλι
κάλυψαν το μέτωπό μας με φως
σανίδα σωτηρίας πουθενά
μόνο το σώμα ξέρει να διώκει τη θλίψη
και η σκέψη να φέρνει την ευτυχία
μα εμείς ακροβατώντας
πιάνουμε ηλιαχτίδες
κι ενώνουμε στιγμές
ανθρώπινες.
η πόρτα της ψυχής άνοιξε
-φτερό στον άνεμο-
οι φυγές μας πλάστηκαν με μέλι
κάλυψαν το μέτωπό μας με φως
σανίδα σωτηρίας πουθενά
μόνο το σώμα ξέρει να διώκει τη θλίψη
και η σκέψη να φέρνει την ευτυχία
μα εμείς ακροβατώντας
πιάνουμε ηλιαχτίδες
κι ενώνουμε στιγμές
ανθρώπινες.
19.6.09
Tuesday, October 5, 2010
Δρομολόγιο
Χρυσά τα αβάπτιστα μάτια σου
απρόσμενα γεμίζουν μπλε και πράσινο
ζωντανεύουν το χάρτη μου
οξύνουν τη ζωή μου
κι άφρενα κυλάω
βρίσκοντάς σε
στα πιο κρυφά πελάγη.
απρόσμενα γεμίζουν μπλε και πράσινο
ζωντανεύουν το χάρτη μου
οξύνουν τη ζωή μου
κι άφρενα κυλάω
βρίσκοντάς σε
στα πιο κρυφά πελάγη.
15.6.09
Subscribe to:
Posts (Atom)