Η ποίηση (ήτοι η λογοτεχνία) γίνεται επίσης -εγώ το ξέρω καλά- όλο και περισσότερο μια περιγραφή των κοινωνικών αδικιών και μια οικτρή καταδίκη αυτών των αδικιών (όπως ήταν στον καιρό του Ντίκενς), καθώς και περιγραφή και καταδίκη των στρατοπέδων συγκέντρωσης, των ψυχιατρικών κλινικών και της κάθε είδους καταπίεσης, αυτής που θέλει να υποβιβάσει τον άνθρωπο σε μία και μοναδική διάσταση -που τον κάνει ζώον πολιτικόν- κι έτσι να του στερήσει όλα του τα χαρίσματα, τη μεταφυσική σκέψη του και την ποιητική ευαισθησία του, που θέλει να σκοτώσει μέσα του καθετί μη ζωώδες, τον φλοιό του εγκεφάλου του, να τον υποβιβάσει σ' ένα πολεμοχαρές ζώο, σ' έναν στρατευμένο άνθρωπο, σ' ένα εξαγριωμένο και στρατευμένο ζώο. Διότι αυτή η γνώμη -την οποία, πρέπει να ομολογήσω, και οι ίδιοι συχνά υποστηρίζουμε- ότι δηλαδή η λογοτεχνία οφείλει να είναι στρατευμένη, διαφορετικά παύει να είναι λογοτεχνία, υποδηλώνει μέχρι ποιου σημείου η πολιτική έχει διαβρωθεί από όλους τους πόρους της ύπαρξης και του είναι, έχει πλημμυρίσει τα πάντα σαν βούρκος κι ο άνθρωπος έχει γίνει μονοδιάστατος και φτωχός πνευματικά, ενώ η ποίηση, ηττημένη κατά κράτος, είναι πλέον μια αποκλειστικότητα των πλουσίων και των «décadents», «εκείνων που μπορούν να επιτρέψουν την πολυτέλεια της ποίησης», ενώ εμείς, οι υπόλοιποι... Ιδού ο κίνδυνος που μας απειλεί συνολικά. Ομως εμείς οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι η λογοτεχνία, η ποίηση, είναι το ανάχωμα απέναντι στη βαρβαρότητα, κι εάν η ποίηση δεν «εξευγενίζει», ενδεχομένως, «τις αισθήσεις», ωστόσο χρησιμεύει σε κάτι άλλο: δίνει κάποιο νόημα στη ματαιότητα της ύπαρξης...
*=απ' το αφιέρωμα του poema τεύχους 16